Wednesday, September 06, 2006

Η Λίζυ Μπόρντεν πήρε ένα τσεκούρι (ΙΙΙ)





Η δίκη διήρκεσε 14 ημέρες και αποτέλεσε πρώτη είδηση σε όλες τις μεγάλες εφημερίδες της χώρας. Περίπου 30 με 40 δημοσιογράφοι από εφημερίδες και ειδησεογραφικά πρακτορεία της Βοστόνης και της Νέας Υόρκης, παρευρίσκονταν καθημερινά στην αίθουσα του δικαστηρίου. Η δίκη άρχισε στις 5 Ιουνίου και, αφού χρειάστηκαν μία ημέρα για να επιλέξουν το σώμα των ενόρκων, η κατηγορούσα αρχή ξόδεψε τις επόμενες επτά ημέρες για να παρουσιάσει την υπόθεση. Οι ένορκοι ήταν, φυσικά, όλοι άντρες, μεσόκοποι αγρότες και έμποροι.

Ο Hosea Knowlton ήταν ο απρόθυμος δημόσιος κατήγορος. Εξαναγκάστηκε σε αυτό το ρόλο από τον Arthur Pillsbury, Υπουργό Δικαιοσύνης της Πολιτείας της Μασαχουσέτης, ο οποίος, κανονικά, θα έπρεπε να είναι ο δημόσιος κατήγορος. Όσο, όμως, πλησίαζε ο καιρός της δίκης, ο Pillsbury αισθανόταν την πίεση που ασκούσαν οι υποστηρικτές της Λίζυ, κυρίως γυναικείες ομάδες και θρησκευτικές οργανώσεις. Ανησυχώντας για τις επικείμενες εκλογές, διόρισε τον Knowlton, εισαγγελέα του Fall River, να ηγηθεί της κατηγορούσας αρχής αντ΄αυτού. Επίσης διόρισε τον William Moody, εισαγγελέα της Επαρχίας του Essex, ως βοηθό του.

Ο Moody έκανε τις εισαγωγικές δηλώσεις για την κατηγορούσα αρχή. Παρουσίασε τρία επιχειρήματα. Πρώτον, ότι η Λίζυ ήταν προδιατεθειμένη να δολοφονήσει τον πατέρα της και τη μητριά της λόγω της έχθρας που υπήρχε μεταξύ τους. Δεύτερον, ότι σχεδίασε και εκτέλεσε το φόνο και τρίτον ότι η συμπεριφορά της και η αντιφατική της κατάθεση κατά την προανάκριση δεν ήταν αυτές ενός αθώου ανθρώπου. Ο Moody έκανε εξαιρετική δουλειά και πολλοί τον θεώρησαν ως τον πιο ικανό από τους νομικούς που αναμίχθηκαν στην υπόθεση. Σε κάποιο σημείο της αγόρευσής του, πέταξε ένα φόρεμα πάνω στο τραπέζι της κατηγορούσας αρχής, το οποίο σκόπευε να καταθέσει ως πειστήριο. Καθώς το έκανε, ένα λεπτό χαρτί το οποίο σκέπαζε το κρανίο του Andrew Borden, μετακινήθηκε και έπεσε αποκαλύπτοντάς το. Η Λίζυ έχασε τις αισθήσεις της, αντικρίζοντας το μακάβριο έκθεμα και έπεσε στο δάπεδο.

Η αίθουσα στην οποία εκδικάσθηκε η υπόθεση της Λίζυ


Το καίριο πρόβλημα της υπόθεσης, για την κατηγορούσα αρχή, ήταν να παρουσιάσει το κίνητρο της Λίζυ για τις δολοφονίες. Αυτό προσπάθησε να το κάνει χρησιμοποιώντας μια σειρά μαρτύρων, οι οποίοι κατέθεσαν αναφορικά με την απαρέσκεια της Λίζυ για τη μητριά της και την τσιγγουνιά του πατέρα της. Ο κατήγορος προσπάθησε, επίσης, να ισχυριστεί ότι ο Borden σκόπευε να κάνει νέα διαθήκη, σύμφωνα με την οποία το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας του θα πήγαινε στην γυναίκα του, αφήνοντας ψίχουλα για τις κόρες του. Ως μάρτυρα υποστήριξης αυτής της θεωρίας, κάλεσε τον θείο των κοριτσιών John Morse, ο οποίος πρώτα είπε ότι ο Borden είχε συζητήσει μαζί του αυτό το ενδεχόμενο, για να ανακαλέσει τη κατάθεσή του αργότερα.

Andrew Jennings, George Robinson & Hosea Knowlton


Στη συνέχεια ο κατήγορος στράφηκε στην προδιάθεση της Λίζυ για φόνο και στην παράξενη συμπεριφορά της πριν και μετά τα γεγονότα. Κάλεσαν πάλι την Alice Russell για να καταθέσει για το κάψιμο του φορέματος. Η καταστροφή του έδινε, ενδεχομένως, μια απάντηση στο ερώτημα γιατί η Λίζυ δεν ήταν λερωμένη με αίμα μετά τη δολοφονία των γονιών της. Στην περίπτωση που τους είχε διαπράξει, σίγουρα θα είχε πιτσιλιστεί με αίμα. Τα χρόνια που ακολούθησαν, διάφορες θεωρίες αναφορικά με αυτό ακούστηκαν, όπως το ότι φορούσε ποδιά πάνω από τα ρούχα της ή, ακόμα, διέπραξε τους φόνους γυμνή. Στην περίπτωση της ποδιάς, εννοείται πως θα έπρεπε μετά να την ξεφορτωθεί. Εξίσου απίθανη είναι και η θεωρία του ότι η Λίζυ ήταν γυμνή. Αφήνοντας κατά μέρος το ότι στη βικτωριανή κοινότητα του Fall River, καμιά νεαρή γυναίκα δεν θα εμφανιζόταν γυμνή μπροστά στον πατέρα της, ακόμα και για να τον σκοτώσει, θα πρέπει να εστιάσουμε στο γεγονός ότι η Λίζυ δεν είχε το χρόνο να κάνει μπάνιο μετά το φόνο της Άμπυ, ή ανάμεσα στα λίγα λεπτά που μεσολάβησαν από τη δολοφονία του Borden και το κάλεσμα της Μπρίτζετ.

Οι δώδεκα ένορκοι

Για την κατηγορούσα αρχή, όμως, το κάψιμο του φορέματος υποδείκνυε ότι η Λίζυ είχε αλλάξει ρούχα μετά τους φόνους. Αλλά γιατί κράτησε το φόρεμα επί τρεις ημέρες πριν το κάψει, και τι φορούσε στο διάστημα μεταξύ των δύο φόνων? Κάποιος, σίγουρα, θα είχε προσέξει ένα φόρεμα λεκιασμένο με αίμα.

Το Σάββατο 10 Ιουνίου, ο δημόσιος κατήγορος προσπάθησε να εντάξει την κατάθεση της Λίζυ κατά την προανάκριση, στα πρακτικά της δίκης. Η υπεράσπιση υπέβαλε ένσταση με το σκεπτικό ότι επρόκειτο για μια κατάθεση ανθρώπου στον οποίο δεν είχαν απαγγελθεί κατηγορίες. Οι ένορκοι απεσύρθησαν προκειμένου οι δικηγόροι να συζητήσουν το θέμα διεξοδικά, και τη Δευτέρα, όταν ξανάρχισε η δίκη, η έδρα έκανε δεκτή την ένσταση της υπεράσπισης. Η αντιφατική κατάθεση της Λίζυ κατά την προανάκριση δεν λήφθηκε υπόψη.

Την Τετάρτη 14 Ιουνίου, η πολιτική αγωγή καλεί ως μάρτυρα τον Eli Bence, τον υπάλληλο του φαρμακείου. Η υπεράσπιση ενίσταται και χαρακτηρίζει την κατάθεση ως άσχετη με το θέμα της δίκης και προκατειλημμένη. Οι δικαστές κάνουν δεκτή την ένσταση και η προσπάθεια της Λίζυ να προμηθευτεί δηλητήριο δεν καταγράφεται στα πρακτικά.

Η πολιτική αγωγή καλεί αρκετούς μάρτυρες με ιατρικό υπόβαθρο, συμπεριλαμβανομένου και του γιατρού Dolan. Ένας από αυτούς προσκόμισε και το κρανίο του Μπόρντεν για να επιδείξει τον τρόπο με τον οποίο δόθηκαν τα χτυπήματα. Δυστυχώς για την πολιτική αγωγή, οι μάρτυρες επέφεραν τα αντίθετα, από τα αναμενόμενα, αποτελέσματα, καθώς η υπεράσπιση χρησιμοποίησε τις καταθέσεις τους με τέτοιο τρόπο, ώστε να αναδείξει σημεία τα οποία ήταν υπέρ της Λίζυ. Αναγκάστηκαν να παραδεχτούν ότι οποιοσδήποτε είχε διαπράξει τους συγκεκριμένους φόνους, θα ήταν γεμάτος αίματα. Κανείς δεν μπόρεσε να αποδείξει το ίδιο για τη Λίζυ!

Η υπεράσπιση της Λίζυ χρειάστηκε μόνο δυο μέρες για να παρουσιάσει την άποψή της. Οι δύο δικηγόροι της ήταν ο Andrew Jennings και ο George Robinson. Ο Jennings ήταν ένας από τους εξέχοντες πολίτες του Fall River και ο προσωπικός δικηγόρος του πατέρα της Λίζυ. Ήταν ένας σεμνός άντρας, ο οποίος ουδέποτε μίλησε για την υπόθεση Μπόρντεν μετά το κλείσιμό της. Αυτός και ο βοηθός του Melvin Adams, ήταν αποτελεσματικότατοι στο να μη ληφθεί υπόψη η κατάθεση που έδωσε η Λίζυ κατά την προανάκριση. Το επαγγελματικό του κύρος του George Robinson, που συμπλήρωσε την ομάδα, ωφέλησε ιδιαίτερα την υπόθεση.

Η υπεράσπιση χρησιμοποίησε, κυρίως, μάρτυρες που με τις καταθέσεις του είτε επιβεβαίωναν την ιστορία της Λίζυ, είτε προσέφεραν εναλλακτικές θεωρίες για το ποιος θα μπορούσε να είναι ο δολοφόνος. Στην πραγματικότητα, ο ρόλος τους δεν ήταν να αθωώσουν τη Λίζυ, αλλά να σπείρουν αμφιβολίες για την ενοχή της.

Για παράδειγμα, ένας πλανόδιος παγωτατζής κατέθεσε πως είδε μια γυναίκα (συμπερασματικά τη Λίζυ) να βγαίνει από τον αχυρώνα. Η κατάθεση αυτή ενίσχυσε τον ισχυρισμό της ότι, όντως, βρισκόταν εκεί. Ένας περαστικός κατέθεσε πως είχε δει έναν άντρα «με άγριο βλέμμα» να περιφέρεται κοντά στο σπίτι την ώρα που συνέβησαν οι φόνοι. Κάποιος Joseph Lemay ισχυρίστηκε ότι ενώ περπατούσε στο δάσος, αρκετά μίλια έξω από την πόλη και περίπου δώδεκα μέρες μετά τους φόνους, άκουσε κάποιον να κλαίει και να λέει «Καημένη Κα Μπόρντεν! Καημένη Κα Μπόρντεν». Όταν κοίταξε πίσω από μια συστάδα θάμνων, είδε έναν άντρα να κάθεται στο έδαφος. Το πουκάμισό του ήταν γεμάτο αίματα. Ο άντρας μάζεψε ένα τσεκούρι που ήταν μπροστά του, το κούνησε απειλητικά στον Lemay και χάθηκε στο δάσος. Δεν χρειάζεται να πούμε ότι η ιστορία αυτή δεν λήφθηκε ποτέ σοβαρά υπόψη.

Η υπεράσπιση κάλεσε, επίσης, μάρτυρες που ισχυρίστηκαν πως είδαν έναν μυστηριώδη νεαρό άνδρα κοντά στο σπίτι των Μπόρντεν, ο οποίος δεν αποδείχτηκε ποτέ ποιος ή τι ήταν. Επίσης κάλεσαν την Emma Borden, η οποία κατέθεσε πως η αδελφή της δεν είχε κανένα κίνητρο για να δολοφονήσει τους γονείς τους. Η Έμμα υποστήριξε τη Λίζυ σε όλη την πορεία της δίκης, αν και μια από τις δεσμοφύλακες της Λίζυ, κατέθεσε ότι οι δύο αδελφές είχαν έναν έντονο διαπληκτισμό, σε μία από τις επισκέψεις της Έμμα στη φυλακή.


Τη Δευτέρα 19 Ιουνίου, ο Robinson και ο Knowlton έκαναν τις τελικές τους αγορεύσεις για λογαριασμό της υπεράσπισης και της πολιτικής αγωγής αντίστοιχα. Στη συνέχεια οι δικαστές ρώτησαν τη Λίζυ αν είχε κάτι να πει. Η Λίζυ μίλησε για πρώτη και μοναδική φορά, κατά τη διάρκεια της δίκης. «Είμαι αθώα», είπε, «αφήνω τον συνήγορό μου να μιλήσει για λογαριασμό μου». Στη συνέχεια οι ένορκοι αποσύρθηκαν για να αποφασίσουν για την τύχη της Λίζυ Μπόρντεν.

Σε κάτι περισσότερο από μία ώρα , οι ένορκοι επέστρεψαν με την ετυμηγορία τους. Η Λίζυ Μπόρντεν βρέθηκε αθώα και για τις τρεις κατηγορίες. Η κοινή γνώμη, την εποχή εκείνη, αισθανόταν ότι οι αστυνομικές και δικαστικές αρχές είχαν ταλαιπωρήσει τη Λίζυ αρκετά.

Η αθωωτική απόφαση

Όταν ανοίχτηκε η διαθήκη του Μπόρντεν, οι δύο αδελφές κληρονόμησαν μιαν αμύθητη περιουσία, η οποία μοιράστηκε ισομερώς ανάμεσά τους. Μύλοι, κτήρια γραφείων, ακίνητα και μετρητά, έγιναν δικά τους. Πέντε εβδομάδες μετά τη δίκη, η Λίζυ (που από τότε και μετά επέλεξε για τον εαυτό της το όνομα Λίζμπεθ) και η Έμμα, αγόρασαν ένα σπίτι με δεκατρία δωμάτια στον αριθμό 306 της οδού French, στο Fall River. Το σπίτι βρισκόταν πάνω στο «Λόφο», την πιο αριστοκρατική και μοντέρνα περιοχή της πόλης. Η Λίζυ το ονόμασε “Maplecroft” και έβαλε να σκαλίσουν το όνομα στο κεφαλόσκαλο της σκάλας που οδηγούσε στην κυρία είσοδο.

Το 1897, η Λίζυ κατηγορήθηκε για την κλοπή δύο πινάκων, αξίας μικρότερης των $100, από ένα κατάστημα του Fall River. Δεν απαγγέλθηκαν ποτέ κατηγορίες και, προφανώς, το ζήτημα τακτοποιήθηκε ιδιωτικώς.

Το 1904, η Λίζυ συνάντησε μια νεαρή ηθοποιό την Nance O’ Neil, και για τα επόμενα δύο χρόνια ήταν αχώριστες. Περίπου το ίδιο διάστημα, η Έμμα φεύγει από το «Maplecroft» και μετακομίζει στο Fairhaven. Οι δύο αδελφές σταμάτησαν να μιλούν μεταξύ τους. Δεν θα ξαναμιλήσουν ποτέ μέχρι το θάνατό τους, 27 χρόνια αργότερα. Ο λόγος της διακοπής των σχέσεών τους δεν έγινε ποτέ γνωστός. Μετά την απομάκρυνση της Έμμα από το Fall River, πολλοί περίμεναν ότι θα ακολουθούσε χιονοστιβάδα αποκαλ΄θψεων για τους φόνους, οι οποίες, όμως, δεν ήρθαν ποτέ. Η Έμμα έμεινε με την οικογένεια ενός πάστορα μέχρι το 1915, όπου και μετακόμισε στο Newmarket, στην πολιτεία του New Hampshire.

Η Λίζυ πέθανε την 1 Ιουνίου 1927, σε ηλικία 67 ετών, μετά από επιπλοκές, που ακολούθησαν μιαν επέμβαση στη χοληδόχο κύστη της. Η Έμμα πέθανε εννέα μέρες αργότερα: έπεσε από τα σκαλιά στο πίσω μέρος του σπιτιού της στο Newmarket. Τάφηκαν μαζί στον οικογενειακό τάφο στο Fall River, μαζί με μιαν αδελφή τους που είχε πεθάνει σε ηλικία δύο ετών, τη μητέρα τους, τη μητριά τους και το ακέφαλο σώμα του πατέρα τους. Και οι δύο άφησαν τις περιουσίες τους σε κοινωφελή ιδρύματα, η Έμμα σε ορφανοτροφεία, σχολεία και νοσοκομεία και η Λίζυ σε κέντρα περίθαλψης ζώων. Η Λίζυ άφησε επίσης $500, για την αιώνια φροντίδα του οικογενειακού τάφου.

Ο οικογενειακός τάφος των Borden

Η Μπρίτζετ Σάλλιβαν δεν ξαναδούλεψε για κανέναν από τους Μπόρντεν. Μετά τα τρομερά γεγονότα και τη δίκη, έφυγε από την πόλη. Έζησε μια μετρημένη ζωή στο Butte της Montana, μέχρι το θάνατό της το 1948. Αυτοί που πίστευαν πως η σιωπή της Μπρίτζετ, αναφορικά με τους φόνους, είχε ακριβά εξαγοραστεί, διαψεύστηκαν με το θάνατό της: τίποτα σε αυτά που άφησε πίσω της δεν αποδείκνυε κάτι τέτοιο.

Έχουν περάσει πάνω από 100 χρόνια από τις δολοφονίες του Fall River και ακόμα δεν είμαστε σίγουροι για το τι πραγματικά έγινε. Ίσως επειδή η υπόθεση έμεινε άλυτη, η φαντασία οργιάζει και προσπαθεί να βρει απαντήσεις. Οι θεωρίες πολλές, αλλά καμία δεν έχει περίτρανα αποδειχτεί. Κοιτώντας τη φωτογραφίες της Λίζυ, μ’ αυτή την υποψία χαμόγελου που έχει σε όλες, δεν μπορούμε να μην αναρωτιόμαστε για τα μυστικά που πήρε στον τάφο της. Δεν τα ξέρουμε, αλλά τίποτα δεν μας σταματά από το να τα μαντεύουμε.



Συνεχίζεται

1 comment:

Rodia said...

Ε, να δηλώνω κάπου κάπου παρούσα! Αριστη δουλειά και ΜΠΡΑΒΟ!:-)