Μετά τη δίκη, ο Christie γίνεται περισσότερο υποχονδριακός, καταθλιπτικός και χάνει αρκετό βάρος. Απολύεται από το ταχυδρομείο και του είναι ιδιαίτερα δύσκολο να διατηρήσει μια δουλειά για πολύ καιρό, τα επόμενα χρόνια. Γύρω στις 12 Δεκέμβρη του 1952, η Ethel εξαφανίζεται μυστηριωδώς και ο Christie πληροφορεί τους γείτονες ότι έχει πάει να επισκεφτεί τους συγγενείς της στο Sheffield. Στους συγγενείς, πάλι, λέει πως η Ethel, η οποία αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα υγείας, υποφέροντας από χρόνια αρθρίτιδα και ρευματισμούς, δεν μπορούσε να τους γράψει, λόγω των κατεστραμμένων από αρθρίτιδα χεριών της. Πάντως συνεχίζει να στέλνει γράμματα και δώρα στους συγγενείς της γυναίκας του, υπογράφοντας και για τους δυο τους.
Φυσικά, η Ethel είχε στραγγαλιστεί και το πτώμα της είχε τοποθετηθεί κάτω από τις σανίδες του πατώματος του σαλονιού. Επίσης, ο Christie, αρχίζει να χρησιμοποιεί ισχυρά απολυμαντικά, όταν οι γείτονες αρχίζουν να διαμαρτύρονται για τη δυσοσμία που αναδύεται από το σπίτι του.
Το επόμενο θύμα του Christie ήταν η 25χρονη Rita Nelson, μια έγκυος πόρνη, η οποία πείστηκε από τον Christie, όπως και η Beryl Evans πριν απ’ αυτή, ότι θα μπορούσε να τη βοηθήσει με την έκτρωση. Δολοφονήθηκε στις 19 Ιανουαρίου του 1953, και το πτώμα της τοποθετήθηκε σε μια εσοχή που υπήρχε στον τοίχο, πίσω από μια πορτούλα, και που χρησίμευε σαν κελάρι ή αποθήκη.
Η 26χρονη Kathleen Maloney, πόρνη επίσης, ναρκώθηκε, στραγγαλίστηκε και βιάστηκε το Φεβρουάριο του 1953. Στη συνέχεια έκανε παρέα στη Rita Nelson, στην εσοχή.
Το τελευταίο θύμα του Christie, η 26χρονη Hectorina McLennan, ναρκώθηκε, στραγγαλίστηκε και βιάστηκε όπως οι άλλες και μετά πήρε κι αυτή τη θέση της στην αποθηκούλα της κουζίνας. Στη συνέχεια ο Christie πέρασε χαρτί ταπετσαρίας πάνω από την πόρτα για να την κρύψει, αλλά δεν μπορούσε να κάνει πολλά με την αφόρητη μυρωδιά της αποσύνθεσης των πτωμάτων.
Στις 20 Μαρτίου του 1953 ο Christie εγκαταλείπει το διαμέρισμα, αφού προηγουμένως το επινοικιάζει παράνομα σε ένα ζευγάρι. Οι Reilly του πληρώνουν προκαταβολικά το ποσό των 7 λιρών και 13 σελλινίων, για νοίκι τριών μηνών, και ο Christie αναχωρεί για πάντα από το διαμέρισμα στον αριθμό 10 της οδού Rillington.
Μια τρομακτική ανακάλυψη
Ο ιδιοκτήτης του σπιτιού, κάνει έξωση στους Reilly, οι οποίοι αναγκάζονται να εγκαταλείψουν το διαμέρισμα. Στον νέο ένοικο του διαμερίσματος του πάνω ορόφου, έναν τζαμαϊκανό μετανάστη που λέγεται Beresford Brown, δίνεται η άδεια να χρησιμοποιεί την κουζίνα του υπογείου. Ο Brown αποφασίζει να καθαρίσει και να ανακαινίσει την κουζίνα, που μετά το θάνατο της Ethel μοιάζει με στάβλο. Βγάζει σωρούς από παλιά ρούχα και σκουπίδια στην αυλή και αρχίζει να σκίζει το χαρτί της ταπετσαρίας για να το αντικαταστήσει. Σε κάποιο σημείο διαπιστώνει ότι το χαρτί δεν καλύπτει τοίχο, αλλά μια ξύλινη πόρτα που οδηγεί σε μια αποθηκούλα.
Ο κ. Brown, ανοίγει την πόρτα και ρίχνει μέσα τη δέσμη των ακτίνων του φακού του. Αυτό που θα δει δεν θα το ξεχάσει ποτέ: στην υγρή και βρώμικη αποθήκη υπάρχει ένα πτώμα που φορά μόνο ένα σουτιέν, κάλτσες και ζαρτιέρες. Είναι τοποθετημένο σε καθιστή θέση.
...κι άλλο ένα
Καλείται η αστυνομία και ανακαλύπτονται και τα πτώματα των άλλων δύο γυναικών. Με δεδομένη την προϊστορία του σπιτιού, οι αστυνομικοί, στην κυριολεξία, ξηλώνουν τα πάντα. Το πτώμα της Ethel Christie ανακαλύπτεται κάτω από το πάτωμα του σαλονιού καθώς και τα οστά των δύο πρώτων θυμάτων του Christie, που ήταν θαμμένα στον κήπο του σπιτιού.
Ο πλέον καταζητούμενος άνθρωπος στη Βρετανία
Μέσα σε ελάχιστες ώρες, η αστυνομία έχει κατονομάσει τον υπ’ αριθμόν 1 ύποπτο, και το ανθρωποκυνηγητό αρχίζει. Φωτογραφίες του Christie κυκλοφορούν παντού, και μπαίνουν σε όλες τις εφημερίδες. Ο Christie αναγκάζεται να φύγει από το ξενοδοχείο κοντά στο σταθμό του King’s Cross, όπου έμενε από τότε που άφησε το διαμέρισμά του, και αρχίζει να περιπλανιέται στο Λονδίνο, χωρίς μόνιμη κατοικία. Είχε αντιληφθεί ότι ήταν ο στόχος του μεγαλύτερου μπλόκου που είχε εξαπολύσει η βρετανική αστυνομία.
Στις 31 Μαρτίου του 1953, ένας αστυνομικός προσέχει τον Christie να περπατά κατά μήκος του Τάμεση στο Putney και του ζητάει τα στοιχεία του. Εκείνος δίνει ψεύτικο όνομα, αλλά δεν καταφέρνει να ξεγελάσει τον αστυνομικό, ο οποίος τον συλλαμβάνει. Ο Christie αντιλαμβάνεται πως το παιχνίδι έχει τελειώσει και ομολογεί αμέσως το φόνο της γυναίκας του.
Στη συνέχεια ομολογεί τους φόνους των Mahoney, Nelson, McLennan, Fuerst και Eady και στις 8 Ιουνίου παραδέχεται πως ήταν ο δολοφόνος της Beryl Evans.
Δύο δολοφόνοι στο ίδιο σπίτι?
Η ομολογία αυτή φέρνει τις αρχές σε εξαιρετικά άβολη θέση, καθώς προκύπτουν ερωτηματικά για την ορθότητα της αστυνομικής έρευνας τρία χρόνια πριν. Ο Evans δεν καταδικάστηκε μόνο για το φόνο της κόρης του, αλλά θεωρούταν ευρέως ύποπτος και για τη δολοφονία της γυναίκας του και, μάλιστα, σε μια από τις καταθέσεις του το είχε ομολογήσει.
Παρ’ όλα αυτά, οι ισορροπίες διατηρήθηκαν, καθώς ο Christie αρνιόταν πως είχε δολοφονήσει τη μικρή Geraldine. Το κοινό καθοδηγήθηκε να πιστέψει πως δύο δολοφόνοι είχαν ζήσει κάτω από την ίδια στέγη και πως ήταν αμφότεροι ένοχοι.
Θα περνούσαν πάνω από 20 χρόνια, για να αναθεωρηθεί η υπόθεση. Το 1966 ο Sir Daniel Brabin καταλήγει πως ο Evans ήταν πιθανότατα αθώος για το φόνο της κόρης του (για τον οποίο και είχε καταδικαστεί), αλλά μάλλον υπεύθυνος για εκείνον της συζύγου του. Παραδέχτηκε ότι αν οι ένορκοι της δίκης του 1950 είχαν υπόψει τους όλα τα δεδομένα (της ομολογίας του Christie συμπεριλαμβανομένης), ο Evans δεν θα είχε καταδικαστεί ποτέ.
Τον Ιούνιο του 1953 ο Christie οδηγείται σε δίκη και δηλώνει αθώος λόγω παράνοιας. Ο δικηγόρος του Derek Curtis-Bennett, όμως, δεν κατάφερε να πείσει τους ενόρκους ότι ο Christie ήταν μάλλον «τρελλός» παρά «κακός».
Οι σεξουαλικές του προτιμήσεις, ακόμα και η κλίση του στη νεκροφιλία, δεν αποτέλεσαν απόδειξη παράνοιας. Οι ένορκοι χρειάστηκαν μόνο 82 λεπτά πριν τον κρίνουν ένοχο για το φόνο της Ethel Christie.
Στις 9 το πρωί της 15ης Ιουλίου του 1953, γύρω στα 200 άτομα, μεταξύ των οποίων και τουρίστες από την Αυστραλία και τις ΗΠΑ, συγκεντρώθηκαν έξω από τη φυλακή Pentonville. Στο εσωτερικό ο δήμιος Albert Pierrepoint, εκτελούσε τα καθήκοντά του.
Στις 9.10’, ένα σημείωμα σε μαύρο πλαίσιο, που αναρτήθηκε έξω από την πόρτα των φυλακών, επιβεβαίωνε το θάνατο του John Christie δι’ απαγχονισμού.
Κληροδότημα φρίκης
Το 1965, ο δημοσιογράφος και ραδιοφωνικός παραγωγός Ludovic Kennedy γράφει το βιβλίο «Οδός Rillington, αριθμός 10», το οποίο εξιστορούσε μιαν «αληθινή υπόθεση δικαστικής πλάνης». Η αναφορά Brabin κυκλοφόρησε τον επόμενο χρόνο και ο Υπουργός Εσωτερικών έδωσε μεταθανάτια χάρη στον Timothy Evans και τα οστά του μεταφέρθηκαν και τάφηκαν σε καθολικό νεκροταφείο.
Το 1970 το βιβλίο του Κennedy μεταφέρεται στον κινηματογράφο, με τον Richard Attenborough στο ρόλο του Christie και τον John Hurt σε αυτόν του Evans. Διοργανώνονται επισκέψεις για τους τουρίστες στο σπίτι της οδού Rillington (που αργότερα μετονομάστηκε σε Ruston), μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1970, όπου κατεδαφίζονται όλα τα κτήρια στο μικρό δρόμο και ξαναχτίζονται, δίνοντάς του και το όνομα που έχει μέχρι σήμερα: οδός Bartle.
To 1965, η νέα Εργατική Κυβέρνηση, με την ενθάρρυνση του Michael Foot, από την εκλογική περιφέρεια του οποίου, στη Ν. Ουαλία, κατάγονταν ο Evans, κατήργησε τη θανατική ποινή δοκιμαστικά. Παρέμεινε μόνο για περιπτώσεις προδοσίας, μέχρι την οριστική κατάργησή της το 1998 και δεν μπορεί να επανεισαχθεί σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Συνθήκη Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Τα θύματα του John Christie
Αύγουστος 1943 - Ruth Fuerst, 21
Οκτώβριος 1944 - Muriel Eady, 31
Νοέμβριος 1949 - Beryl Evans, 20
Νοέμβριος 1949 - Geraldine Evans, 1
Δεκέμβριος 1952 - Ethel Christie, 55
Ιανουάριος 1953 - Kathleen Maloney, 26
Ιανουάριος 1953 - Rita Nelson, 25
Μάρτιος 1953 - Hectorina MacLennan, 26
Βιβλιογραφία
Eddowes, John; The Two Killers of Rillington Place; New York: Little, Brown, & Co., 1994; Warner, 1995.
Everitt, David; Human Monsters; New York: Contemporary Books, 1993.
Lane, Brian and Wilfred Gregg, The Encyclopedia of Serial Killers.New York: Berkley, 1995.
5 comments:
είστε σούπερ
πληζ συνεχίστε
είστε σούπερ
πληζ συνεχίστε
Πολύ καλό, Νίνα!
Ρ.Ατένμπορο-Ι.Χαρτ! Φοβερό δίδυμο!
Κάνεις θαυμάσια δουλειά Ντόλλυ.
Ντέρτυ ίσως, αλλά, είσαι άπαιχτη!
Φιλιά!
@Ανώνυμε, Ρενάτα, Καπετάνισσα, σας ευχαριστώ πολύ. Η αλήθεια είναι πως το γουστάρω τούτο το μπλογκάκι!
:))
Post a Comment