Wednesday, November 22, 2006

Οι δολοφόνοι των "Mοναχικών Kαρδιών" (III)


Η αρχή
Αφού ξεφορτώθηκαν τα παιδιά, η Beck και ο Fernandez είχαν το διαμέρισμα στη διάθεσή τους. Ο Raymond της έδειξε τα γράμματα των «μοναχικών καρδιών» και της ομολόγησε τα πάντα: για τις δεκάδες γυναίκες που είχε εξαπατήσει, για τη σύζυγό του στην Ισπανία και για τις άλλες συζύγους. Η Martha, ήδη πλήρως υποταγμένη στον Fernandez, κατάλαβε πως δεν υπήρχε γυρισμός. Ήταν ο άντρας της και ήταν η γυναίκα του. Με τη δική της λογική ήταν καθήκον της να τον βοηθήσει. Άρχισαν να κάνουν σχέδια μαζί για την επόμενη «δουλειά» του Raymond. Εξέτασαν από κοινού τις επιστολές που είχε λάβει ο Fernandez και αποφάσισαν πως το επόμενο θύμα τους θα ήταν η Esther Henne από την νότιο Pennsylvania, συνταξιούχος δασκάλα.

Το απίθανο ζευγάρι ταξίδεψε στην Pennsylvania όπου και συναντήθηκε με την Henne. Η Martha παρουσιάστηκε ως κουνιάδα του Raymond. Μέσα σε μια εβδομάδα, στις 28 Φεβρουαρίου του 1948, ο Fernandez και η Henne παντρεύτηκαν σε μια σύντομη τελετή στο Δημαρχείο του Fairfax, στη Virginia. Στη συνέχεια οι νεόνυμφοι και η Martha επέστρεψαν στο διαμέρισμα της Δυτικής 139ης Οδού. Αργότερα η Henne είπε στους δημοσιογράφους: «Για τέσσερις μέρες ήταν πολύ ευγενικός μαζί μου. Στη συνέχεια έγινε βίαιος λεκτικά, όταν αρνήθηκα να τον κάνω κύριο της ασφάλειάς μου και να τον εξουσιοδοτήσω να εισπράττει τη σύνταξή μου. Τα πράγματα πήγαν από το κακό στο χειρότερο. Άρχισα να ακούω ιστορίες για εκείνον, πως είχε ταξιδέψει στην Ισπανία με μια γυναίκα η οποία πέθανε.» Σύντομα, η νέα κυρία Fernandez εγκατέλειψε το διαμέρισμα, φτωχότερη κατά ένα αυτοκίνητο και εκατοντάδες δολάρια που της είχε κλέψει ο Raymond.

Αρκετές άλλες γυναίκες ακολούθησαν την Esther Henne, με γρήγορη διαδοχή. Μια από αυτές, η Myrtle Young, από το Greene Forest του Arkansas, δέχτηκε να παντρευτεί τον Raymond. Στις 14 Αυγούστου του 1948 παντρεύτηκαν στο Cook Country του Illinois. Αυτή τη φορά η Martha παρουσιάστηκε ως αδελφή του Raymond και έκανε τα πάντα προκειμένου αυτός ο γάμος να μην ολοκληρωθεί. Για το λόγο αυτό κοιμόταν στο ίδιο κρεβάτι με τη Myrtle. Αυτό συνεχίστηκε για αρκετές ημέρες, μέχρι που η Myrtle διαμαρτυρήθηκε τόσο έντονα, ώστε ο Raymond της έδωσε μεγάλη δόση υπνωτικών. Η Myrtle έπεσε αναίσθητη. Με τη βοήθεια της Martha, ο Raymond την κουβάλησε μέχρι το σταθμό των λεωφορείων και την έστειλε πίσω στο Little Rock του Arkansas. Όταν έφτασε εκεί ήταν ήδη σε κώμα και μεταφέρθηκε από την αστυνομία στο νοσοκομείο, όπου πέθανε την επόμενη μέρα. Το ζευγάρι των δολοφόνων της είχε ήδη κλέψει 4.000 δολλάρια.

Εν τω μεταξύ, η Martha και ο Reymond συνέχιζαν τη δράση τους στις ανατολικές πολιτείες. Σταμάτησαν σε αρκετές πόλεις και συνάντησαν πολλές γυναίκες που αλληλογραφούσαν με τον Raymond. Κατάφεραν να τους αποσπάσουν αρκετά χρήματα, αλλά δεν βρήκαν καμία που να άξιζε να επενδύσουν σ’ αυτήν μακροπρόθεσμα. Επέστρεψαν στη Νέα Υόρκη και άρχισαν να ξαναδιαβάζουν τις αγγελίες των «μοναχικών καρδιών» για να ανακαλύψουν νέα θύματα. Βρήκαν μία στη νέα Αγγλία, αλλά όταν πήγαν να τη συναντήσουν η Martha τη βρήκε νεώτερη απ’ όσο περίμενε και δεν άφησε τον Reymond να συνεχίσει μαζί της.

Τα χρήματά τους λιγόστευαν. Ο χειμώνας πλησίαζε και κανείς από τους δύο δεν είχε δουλειά. Έψαχναν απελπισμένα νέα θύματα. Σύντομα εντόπισαν τη Janet Fay, μια 66χρονη χήρα που ζούσε στο Albany της Νέας Υόρκης. Ο Raymond πήρε μελάνι και χαρτί και στρώθηκε στη δουλειά.

Janet Fay
Η Janet Fay νοίκιαζε ένα ευρύχωρο διαμέρισμα στο κέντρο της πόλης και, πιο σημαντικό απ’ όλα, είχε καταθέσεις στην τράπεζα. Συνήθιζε να στέλνει επιστολές στις στήλες των μοναχικών καρδιών, παρά τις προειδοποιήσεις της οικογένειας και των φίλων της. Η Fay ήταν μια θρησκευόμενη καθολική, που παρακολουθούσε τη λειτουργία κάθε Κυριακή, γεγονός που εκμεταλλεύτηκε ο Fernandez, διανθίζοντας τα γράμματά του με αναφορές στη θρησκεία και το Θεό. Συχνά υπέγραφε τις επιστολές προς τα θύματά του ως Charles Martin.

Μετά από χρονικό διάστημα αρκετών εβδομάδων, κατά τη διάρκεια του οποίου ο Fernandez έπεισε τη Janet για την εντιμότητα των προθέσεών του, κανόνισαν να την επισκεφτεί στο Albany πριν την Πρωτοχρονιά. Στις 30 Δεκεμβρίου του 1948, η Martha και ο Reymond έφτασαν στο Albany και κατέλυσαν σε κεντρικό ξενοδοχείο ως κος και κα Fernandez. Την επόμενη μέρα επισκέφτηκε τη Janet κρατώντας ένα μπουκέτο λουλούδια. Πέρασαν τη μέρα μαζί, γνωρίζοντας ο ένας τον άλλον και συζητώντας θρησκευτικά θέματα.

Τις επόμενες ημέρες ο Fernandez πήρε μαζί του και τη Martha, συστήνοντάς τη ως αδελφή του, και οι τρεις μαζί περιηγήθηκαν την πόλη. Η Janet τους επέτρεψε να διανυκτερεύσουν και σπίτι της. Σύντομα ο Reymond πρότεινε στη Janet γάμο κι εκείνη δέχτηκε. Έκαναν σχέδια να μετακομίσουν στο Long Island, όπου η Martha είχε ήδη νοικιάσει ένα διαμέρισμα στον αριθμό 15 της οδού Adeline, στο Valley Stream. Κατά τη διάρκεια της πρώτης εβδομάδας του Ιανουαρίου του 1949, η Janet απέσυρε τις καταθέσεις της από τις τράπεζες, συγκεντρώνοντας πάνω από 6.000 $, σε μετρητά και επιταγές. Ο Fernandez την έπεισε να φύγουν από το Albany.

Το πρώτο δεκαπενθήμερο του Ιανουαρίου του 1949, ο Fernandez, η Beck και η Janet Fay, έφυγαν από το Albany για το Long Island. Όταν έφτασαν στο διαμέρισμα έφαγαν και ετοιμάστηκαν για ύπνο. Ο Fernandez αποκοιμήθηκε πρώτος, αφήνοντας τις δυο γυναίκες στην κουζίνα. Το τι ακριβώς συνέβη ανάμεσά τους δεν θα μαθευτεί ποτέ, γιατί η Martha είπε πολλές διαφορετικές ιστορίες όταν, αργότερα, ανακρίθηκε από την αστυνομία. Είπε όμως σίγουρα πως: «Καιγόμουν από ζήλια και θυμό!». Η Martha είπε επίσης πως, μπαίνοντας στο δωμάτιο του Raymond, είδε τη «Janet γυμνή με το χέρι της γύρω από τον Raymond». Όντας ήδη αναστατωμένη από την προσοχή που έδειχνε ο Raymond στη Janet, η θέα των δύο τους στο κρεβάτι ήταν υπερβολικό για τη Martha να το αντέξει. Σύμφωνα με την κατάθεσή της η Janet ούρλιαξε: «Δεν θα επιτρέψω ποτέ να μείνεις μαζί μας. Είσαι η πιο ξεδιάντροπη σκύλα που έχω συναντήσει στη ζωή μου!». Ακολούθησε φιλονικία κατά την οποία ο Fernandez φέρεται να είπε στη Martha: «Κάνε αυτή τη γυναίκα να σωπάσει. Δεν μ’ ενδιαφέρει τι θα κάνεις, μόνο κάνε τη να σωπάσει».

Η Martha κατέθεσε αργότερα ότι η μνήμη της σκοτείνιασε και δεν θυμόταν τι έγινε. «Το επόμενο που θυμάμαι είναι ο Fernandez να με κρατά απ’ τους ώμους και να με ταρακουνάει», είπε. Το σώμα της Janet κείτονταν στα πόδια της Martha μέσα σε μια λίμνη αίματος. Είχε χτυπηθεί στο κεφάλι με ένα σφυρί και στη συνέχεια στραγγαλιστεί με ένα μαντήλι. Η Martha είπε ότι αμέσως μετά το φόνο έπεσε σε ένα είδος «έκστασης». Το ζευγάρι καθάρισε το δωμάτιο, τύλιξε το σώμα της γυναίκας σε πετσέτες και σεντόνια και το έκρυψε σε μια ντουλάπα. Μετά πήγαν για ύπνο.

Την επόμενη μέρα αγόρασαν ένα μεγάλο μπαούλο, μέσα στο οποίο έβαλαν το πτώμα. Ύστερα πήγαν με το αυτοκίνητο μέχρι το σπίτι της αδελφής του Raymond και την έπεισαν να φυλάξει το μπαούλο για λίγες μέρες στο υπόγειο του σπιτιού της. Μετά από έντεκα ημέρες, ο Raymond πήρε το μπαούλο και το έθαψε στο κελάρι ενός νοικιασμένου σπιτιού. Στη συνέχεια κάλυψε τον τάφο με τσιμέντο. Κατά τη διάρκεια της επόμενης εβδομάδας, εξαργύρωσαν όλες τις επιταγές της Janet και δακτυλογράφησαν γράμματα στην οικογένειά της που έγραφαν «είμαι ενθουσιασμένη και περνάω υπέροχα. Δεν έχω ξανανοιώσει έτσι μέχρι σήμερα, Σύντομα θα γίνω Κα Martin και θα μετακομίσω στη Florida». Υπέγραφαν τα γράμματα ως «Janet L. Fay». Όμως, μέσα στη βιασύνη τους, έκαναν ένα λάθος ζωτικής σημασίας: η Janet δεν ήξερε να δακτυλογραφεί και δεν διέθετε γραφομηχανή. Η οικογένειά της ειδοποίησε αμέσως την αστυνομία.


Η Delphine και το Μωρό
H Beck και ο Fernandez έφυγαν γρήγορα από το Valley Stream και κατευθύνθηκαν δυτικά, στο Grand Rapids του Michigan, όπου τους περίμενε το επόμενο θύμα τους. Για αρκετές εβδομάδες ο Fernandez αλληλογραφούσε με μια νέα χήρα, την Delphine Downing, 41 ετών, η οποία είχε και μια δίχρονη κόρη, τη Rainelle. Η Delphine ήξερε επίσης τον Fernandez ως «Charles Martin», πετυχημένο επιχειρηματία στον τομέα των εξαγωγών, που είχε αδυναμία στα παιδιά. Έτσι, όταν ο «Charles» έγραψε στη Delphine πως επρόκειτο να την επισκεφτεί, εκείνη χάρηκε ιδιαιτέρως. Δεν ενοχλήθηκε, δε, καθόλου, όταν της είπε ότι θα έφερνε μαζί του και την αδελφή του Martha.

Όταν συναντήθηκαν, στα τέλη του Ιανουαρίου του 1949, η Delphine εντυπωσιάστηκε από τον «Charles» και σκέφτηκε ότι, ενδεχομένως, θα είχαν μέλλον μαζί. Της άρεσαν οι ευγενικοί του τρόποι και το ενδιαφέρον που έδειχνε για τη Rainelle. Πριν τελειώσει ο μήνας είχαν προχωρήσει σε σεξουαλική σχέση, κάτι που έκανε τη Martha να βράζει, σαν ηφαίστειο έτοιμο να εκραγεί. Αλλά η ευτυχία της Delphine δεν επρόκειτο να κρατήσει πολύ. Ένα πρωί μπήκε στο μπάνιο και είδε τον «Charles» χωρίς το περουκίνι του. Σοκαρίστηκε στη θέα του φαλακρού του κεφαλιού και του άσχημου σημαδιού στην κορυφή του.

Κατηγόρησε τον Fernandez ότι την εξαπάτησε και την απογοήτευσε. Εκείνος επιστράτευσε όλη του τη γοητεία για να την εξευμενίσει, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Η Martha, αν και ήταν έξαλλη, παρέμενε ήσυχη, περιμένοντας την κατάσταση να ηρεμήσει. Έπεισε τη Delphine να πάρει υπνωτικό χάπι και να κοιμηθεί. Όταν το χάπι ενήργησε, η Rainelle άρχισε να κλαίει, προφανώς ανήσυχη από την αφύσικη συμπεριφορά της μητέρας της. Η Martha, ήδη έξαλλη με τη Delphine, άρπαξε τη μικρή από το λαιμό και την έσφιξε μέχρι που έχασε τις αισθήσεις της. Ο Fernandez θύμωσε.

«Όταν ξυπνήσει και δει τις μελανιές στο λαιμό της μικρής, θα πάει στην αστυνομία», είπε.
«Κάνε κάτι, Ray», είπε η Martha. Ο Fernandez πήγε στο διπλανό δωμάτιο και πήρε ένα περίστροφο που ανήκε στον μακαρίτη σύζυγο της Delphine. Το τύλιξε σε μια κουβέρτα, για να πνίξει το θόρυβο της εκπυρσοκρότησης, και έστρεψε την κάνη στο κεφάλι της Delphine. Τράβηξε τη σκανδάλη. Η Delphine πέθανε ακαριαία. Η Rainelle παρακολούθησε τη σκηνή από απόσταση αναπνοής. Ύστερα, τύλιξαν το άψυχο σώμα της Delphine σε σεντόνια και το μετέφεραν στο υπόγειο. Έσκαψαν μια τρύπα στο χωμάτινο δάπεδο και την έριξαν μέσα. Ο Fernandez σκέπασε τον τάφο με τσιμέντο και η Martha καθάρισε σχολαστικά τη σκηνή του εγκλήματος.

Πέρασαν τις επόμενες δύο ημέρες καταστρώνοντας σχέδια για τη διαφυγή τους. Ρευστοποίησαν όλες τις επιταγές που είχε η Delphine και «έγδυσαν» το σπίτι από οτιδήποτε πολύτιμο. Στο μεταξύ η Rainelle έκλαιγε συνέχεια και αρνιόταν να φάει. Συζήτησαν το τι θα έκαναν με τη μικρή, αλλά δεν κατάφεραν να συμφωνήσουν. Τελικά ο Fernandez είπε στη Martha να την ξεφορτωθεί. «Δεν μπορώ να το κάνω, Ray… δεν μπορώ!», τον ικέτευσε. Αλλά ήδη η Martha είχε χωθεί μέχρι πάνω από το λαιμό σε αυτή την ιστορία. Ήταν συνένοχος σε αρκετούς φόνους και συνέταιρος σε δεκάδες απάτες και κλοπές. Δεν είχε πραγματικό σπίτι και είχε εγκαταλείψει τα παιδιά της για να είναι μ’αυτόν τον εραστή, που τόσο κακή επίδραση είχε πάνω της. Και τώρα, αφού είχαν θάψει ένα ακόμα θύμα τους, o Fernandez ήθελε από εκείνη να κάνει το αδιανόητο. Μπορεί να προσπάθησε να αντισταθεί, αλλά ο έλεγχός του πάνω της ήταν ολοκληρωτικός. Καθώς η Rainelle συνέχιζε να κλαψουρίζει, η Beck και ο Fernandez γέμισαν με νερό ένα μεγάλο μεταλλικό δοχείο. Ξαφνικά, με μια κίνηση απίστευτης αγριάδας, η Martha άρπαξε το παιδί και κράτησε το κεφάλι του κάτω από το νερό, μέχρι που πνίγηκε. Λίγα λεπτά αργότερα, ο Fernandez έσκαβε έναν ακόμη τάφο, δίπλα στον πρώτο, στο υπόγειο. Μόνο που αυτός ήταν κατά πολύ μικρότερος.

Αν και πια ήταν ελεύθεροι να φύγουν από την πόλη και να συνεχίσουν αλλού, επέλεξαν να μην το κάνουν. Μάλιστα, πήγαν στον κινηματογράφο. Όταν επέστρεψαν στο διαμέρισμα άρχισαν να ετοιμάζουν βαλίτσες. Τους διέκοψε ένα χτύπημα στην πόρτα και, όταν ο Fernandez την άνοιξε, είδε δυο συνοφρυωμένους αστυνομικούς να στέκονται εμπρός του. Οι υποψιασμένοι γείτονες είχαν ειδοποιήσει την αστυνομία.

Συνεχίζεται

3 comments:

Goudaki! said...

Και μετά, και μετά; Πολλές συνέχειες έχει αυτή η ιστορία! Μας κρατάς σε αγωνία!

Σταυρούλα said...

Αυτή η υπερβολική σιγουριά τους έφαγε!Κλασσικά!
Μ' έχεις βάλει σε μεγάλη αγωνία να δω πως τελειώνει η ιστορία!;)

iris said...

τι σου κάνει ένα χτύπημα στο κεφάλι και λίγη χαμηλή αυτοεκτίμηση ... τα περισσότερα εγκλήματα έτσι ξεκινάνε.