Sunday, September 17, 2006

Ο κύριος που έβαζε μικρές αγγελίες (VΙ)


Επίλογος

Ο Κόμης του Βirkenhead, διαπρεπής Οξφορδιανός και συγγραφέας του βιβλίου «Διάσημες δίκες της ιστορίας», αμφισβητεί την υπόθεση ότι ο Λαντρύ οδηγήθηκε από τη δίψα του για αίμα στους φόνους των γυναικών. «Δεν φαίνεται να υπάρχουν αποδείξεις για κάτι τέτοιο», γράφει στη συνέχεια των «Διασήμων δικών» που εκδόθηκε το 1929. «Ένας άντρας που μπαίνει σε μια τέτοια περιπέτεια πρέπει να κρατιέται μακριά από μπλεξίματα. Είναι προφανές, ότι κάποιες από τις γυναίκες δεν θα έδειξαν μεγάλη διάθεση να τις απαλλάξει από τις περιουσίες τους. Ο εύλογος τρόπος για να απαλλαγεί από αυτές, ήταν να τις σκοτώσει, πράγμα καθόλου δύσκολο γι αυτόν. Μπορούμε, λοιπόν, να υποθέσουμε ότι ήταν αιμοβόρος και απάνθρωπος, υπόθεση που δεν είναι δύσκολο να γίνει, δεδομένου ότι μια τέτοια ζωή σαν τη δική του, θα ήταν αδύνατη για οποιοδήποτε άλλο είδος ανθρώπου».

Ο διάσημος εγκληματολόγος Colin Wilson, αποκαλεί τον Λαντρύ «αιμοβόρο τραμπούκο που του άξιζε η γκιλοτίνα». Η καταχώριση για τον Λαντρύ στην «Εγκυκλοπαίδεια του Εγκλήματος» του Wilson, αφηγείται τον τρόπο με τον οποίο ο Λαντρύ κατάφερνε να γίνεται αρεστός στα θύματά του. Ήταν ευγενής και γλυκομίλητος, είχε χιούμορ και ισχυρή θέληση, χαρακτηριστικά τα οποία έγιναν εμφανή κατά την κράτησή του, την ανάκριση και, τέλος, τη δίκη του.

Το Παραμύθι του Περώ για το τέρας με την μπλε γενειάδα που σκοτώνει τις συζύγους του και εξολοθρεύεται χάρη στην περιέργεια μιας νεαρής γυναίκας, είναι μια πασίγνωστη ιστορία. Δεν συναντάται μόνο στη γαλλική λογοτεχνία, αλλά και σεωαφρικανικούς, ισπανικούς και κινέζικους θρύλους. Αν ποτέ κάποιος κατά συρροή δολοφόνος έμοιασε σε μυθική φιγούρα, αυτός ήταν ο Λαντρύ που έδωσε σάρκα και οστά στον Κυανοπώγωνα.

Δεν είναι πολλά αυτά που ξέρουμε για τον Λαντρύ, αλλά από τις πράξεις του είναι δυνατόν να συνθέσουμε ένα απλό προφίλ του. Τα θύματά του, ζωντανά και νεκρά, ήταν ανάμεσα στα πλέον ευάλωτα μέλη της κοινωνίας, άρα ήταν σαφές ότι η συνείδησή του ουδέποτε τον ενόχλησε. Ελάχιστοι κατά συρροή δολοφόνοι έχουν αισθανθεί τύψεις ή συντριβή για τις πράξεις τους, εκτός από το να εκφράσουν τη θλίψη τους που συνελήφθησαν. Τα θύματά του ήταν πάνω από 300, γεγονός που δηλώνει την απληστία του.

Ήταν, πιθανότατα, ένας ρομαντικός άντρας, ικανός να συνεπαίρνει τις μοναχικές γυναίκες και, μια και η εμφάνισή του ήταν περισσότερο κωμική από ωραία, πρέπει να ήταν ένας γλυκομίλητος και ευφυής συνομιλητής. Επίσης οι σεξουαλικές του διαθέσεις ήταν ακόρεστες.

Ο Λαντρύ ήταν έξυπνος και γλυκομίλητος, όχι μόνο με τις κυρίεςμ αλλά και με τους συστρατιώτες του και άλλους άνδρες. Ενώ εκμεταλλευόταν γυναίκες, δεν δίσταζε να προβαίνει και σε άλλες απάτες, όπως το να ξαλαφρώνει στρατιωτικούς από τις συντάξεις τους.

Ο Λαντρύ δεν ήταν απλά ένας ψυχοπαθής, όπως άλλοι κατά συρροή δολοφόνοι. Είχε την αίσθηση του καλού και του κακού, αλλά δεν εφάρμοζε τους ίδιους κανόνες για τον εαυτό του. Δικαιολογούσε την πράξη του να «απαλλάξει» κάποιον στρατιωτικό από το μισθό του, με το σκεπτικό ότι ο συγκεκριμένος άνδρας ήταν ανήθικος επειδή είχε ερωμένη. Το ότι ο ίδιος έκανε το αυτό, απατώντας όχι μόνο τη σύζυγό του αλλά και την ερωμένη του, δεν τον απασχολούσε. Εξέφρασε ένα είδος τύψεων στο δικαστήριο –όχι για τις δολοφονίες- αλλά για το γεγονός ότι η σύζυγός του, η ταλαίπωρη κυρία Remy, θα μάθαινε για τις απιστίες του από τις διάφορες καταθέσεις!

Είναι δύσκολο να βάλουμε μιαν ετικέτα στον Λαντρύ, γιατί δεν ταιριάζει πραγματικά σε καμιά συγκεκριμένη κατηγορία δολοφόνου. Ίσως ο όρος «πολλαπλός δολοφόνος» να του ταιριάζει καλύτερα από αυτόν του serial killer. Δεν μπορεί να θεωρηθεί serial killer, τουλάχιστον με τη σημερινή έννοια του όρου. Ως κατά συρροή δολοφόνους χαρακτηρίζουμε άτομα που έχουν διαπράξει τρεις ή περισσότερους φόνους, σε διαφορετικές τοποθεσίες, με οργανωμένη ή και ανοργάνωτη μέθοδο και με κάποια περίοδο ύφεσης ανάμεσα στις δολοφονίες. Οι περισσότεροι από τους φόνους δεν είναι παρά η έκφραση μια κλιμάκωσης θυμού ή λαγνείας, και ο κατά συρροή δολοφόνος συχνά αισθάνεται λύτρωση μετά τη διάπραξη ενός φόνου. Έχουν μεγάλο έλεγχο πάνω στην επιλογή των θυμάτων τους και, συνήθως, η ταυτότητά τους δεν γίνεται γνωστή παρά τη στιγμή της σύλληψής τους.

Ο Λαντρύ ανταποκρίνεται σε κάποια από αυτά τα κριτήρια, αλλά τα διαστήματα ανάμεσα στους φόνους υπάρχουν μόνο για να του εξασφαλίσουν το απαιτούμενο διάστημα να πλησιάσει τα θύματά του, να τα γνωρίσει και να τα γοητεύσει, με σκοπό το οικονομικό όφελος. Αν το σεξ ή ο θυμός ήταν οι κινητήριες δυνάμεις του, θα μπορούσε εύκολα να σκοτώνει τις γυναίκες μετά τη συνεύρεσή του μαζί τους. Επιπλέον η επιλογή των θυμάτων του θα ήταν περισσότερο τυχαία.

Ο Λαντρύ σκότωνε για χρήματα ή για να απαλλαγεί από κάποια φορτική ερωμένη. Ο τρόπος που δολοφονούσε τις γυναίκες είναι άγνωστος, αλλά από τα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν στη βίλλα του, προφανώς δεν ήταν αιματηρός. Ενδέχεται να τις σκότωνε κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής πράξης, αλλά δεν υπάρχουν αποδείξεις για κάτι τέτοιο. Η λαγνεία δεν ήταν το πρωταρχικό του κίνητρο, πράγμα που τον κάνει να διαφέρει από άλλους δράστες πολλαπλών φόνων, γιατί ο θυμός, η εκδίκηση ή το σεξ αποτελούν, στην καλύτερη περίπτωση, δευτερεύοντες παράγοντες.

Οι περισσότεροι δολοφόνοι για οικονομικό όφελος, δεν καταστρέφουν τα πτώματα των θυμάτων τους. Για περιπτώσεις είσπραξης ασφαλίστρων ή κληρονομιάς, απαιτείται η ύπαρξη πτώματος για την πιστοποίηση του θανάτου και ελάχιστοι δολοφόνοι θέλουν να περιμένουν πάνω από μια δεκαετία για να εισπράξουν την «ανταμοιβή» τους. Όμως ο Λαντρύ κατέβαλε ιδιαίτερο κόπο για να καλύψει τα εγκλήματά του. Ήθελε να αποτρέψει τυχόν αναζήτησή τους και προσπαθούσε να δημιουργήσει την εντύπωση πως τα θύματά του ήταν ακόμη ζωντανά.

Στην πραγματικότητα ο Λαντρύ δημιούργησε μια νέα κατηγορία κατάταξης ενός «πολλαπλού δολοφόνου». Ήταν η ανδρική εκδοχή της αράχνης Μαύρη Χήρα, κάποιος που παίρνει ό,τι του χρειάζεται και μετά σκοτώνει το ταίρι του χωρίς τύψεις. Ο Λαντρύ συνδύαζε τα χειρότερα χαρακτηριστικά του πλέον απεχθή τύπου δολοφόνου.

Η υπόθεση Λαντρύ απασχόλησε τους συγχρόνους του πολύ, αλλά και διατήρησε το όνομά του ζωντανό στην πάροδο των χρόνων. Γράφτηκαν εκατοντάδες σελίδων, γυρίστηκαν δύο ταινίες (το Landru του Claude Chabrol, που μένει και πιο πιστό στα γεγονότα, και το Monsieur Verdoux του Charlie Chaplin), και γράφτηκε ένα θεατρικό έργο.




Βιβλιογραφία
Birkenhead, Frederick Edwin Smith, More Famous Trials. Garden City, N.Y.: The Sundial Press 1929.
Crimes and Punishment: A Pictorial Encyclopedia of Aberrant Behavior. The Symphonette Press, 1973
Gaute, J.H.H. and Odell, Robin, The Murderers’ Who’s Who. New York: Methuen, Inc. 1979.
Wilson, Colin and Patricia Pitman, Encyclopaedia of Murder. London: A. Barker. 1961

Mark Gribben, The French Bluebeard. Crime Library, 2005



Μετάφραση από τα αγγλικά-σύνθεση: Composition Doll


1 comment:

Σταυρούλα said...

Σερνική μαύρη χήρα τελικά ο κος Λαντρύ ! Νίνα μου, άκρως εμπεριστατωμένη η εισήγησή σου! Τελικά δεν πήγε χαμένο το καλοκαιρινό διάβασμα! ;)