Sunday, August 20, 2006

Αστυνομικό μυθιστόρημα I: Η αλήθεια σαν καύσιμο για τη φαντασία


Το κείμενο που θα ακολουθήσει σε συνέχειες συγκεντρώθηκε πριν από μια δεκαετία, περίπου, από τη γράφουσα. Οι πηγές πολλές: αφιερώματα λογοτεχνικών σελίδων εφημερίδων, περιοδικά για το βιβλίο, κριτικές κ.λ.π. Δείτε το σαν μια εισαγωγή στην αστυνομική λογοτεχνία για τον αμύητο. Πάμε λοιπόν!
-----------------------------------------

Καλοκαίρι χωρίς αστυνομικό δεν νοείται, καθώς μυστήριο και ίντριγκα είναι ο απαραίτητος εξοπλισμός και εξασφαλισμένη καλή παρέα για τις διακοπές. Η παραπάνω γενική παραδοχή, ωστόσο, περιορίζοντας σε μια συγκεκριμένη εποχή την ανάγνωση του «μαύρου» μυθιστορήματος, αδικεί ένα λογοτεχνικό είδος, που τα τελευταία χρόνια έχει εξελιχθεί σε κοινωνική, πολιτική και πολιτιστική καταγραφή μιας εποχής σε κρίση, εδώ και καιρό.

Στην Αμερική καταγράφεται, μέσα από τις σελίδες των αστυνομικών, το ενδιαφέρον του αναγνώστη για την ανεύρεση μιας ταυτότητας του σύγχρονου Αμερικανού και της ιστορίας του. Στην Αγγλία, η αναζήτηση ανάμεσα στο παλιό και το καινούργιο -αλλά και στην Ισπανία- η μεταβατική περίοδος από τη δικτατορία στη δημοκρατία.

Στο τελευταίο τεύχος του «Magazine Litteraire», σε ένα μεγάλο αφιέρωμα στο αστυνομικό μυθιστόρημα, αναλύονται οι τελευταίες τάσεις και η εξέλιξη του είδους. Ο Μορίς Νταντέκ, ένας από τους πολλά υποσχόμενους, νέους γάλλους συγγραφείς αστυνομικών, μας εισάγει στο θέμα.

«Σκοπός του αστυνομικού μυθιστορήματος όσο και των άλλων δύο συγγενικών του ειδών, της επιστημονικής φαντασίας και του διηγήματος του δρόμου, είναι να προκαλέσει ένα ασταθές κλίμα, μια βαθιά διαταραχή της σχέσης μας με την πραγματικότητα. Να δημιουργήσει μια διαρκή «αμηχανία» και επομένως την επιθυμία -όχι της ανατροπής της τάξης του κόσμου και την αντικατάστασή της από μια άλλη, αλλά την όσο πιο έντονη μεταβολή της αντίληψης που έχουμε για αυτόν.

Τα τρία αυτά λογοτεχνικά είδη απαντούν στην επιθυμία μας να καταργήσουμε τις ρουτινιάρικες αντιλήψεις που έχουμε σχηματίσει για τα πράγματα, αντιλήψεις που παγιδεύουν τις αισθήσεις σε σχέσεις εκχυδαϊσμένες και αποσπασματικές.

Η νομαδική λογοτεχνία, όπως το αστυνομικό και η επιστημονική φαντασία, δεν έχει καμία σχέση με μια οποιαδήποτε λογοτεχνία απόδρασης, λέξη που ταυτίζεται με την έννοια της «διασκέδασης». Αν υπάρχει κάποια απόδραση, είναι η επιθυμία εκείνων που θέλουν να ξεφύγουν από τις φυλακές της σκέψης. Είτε πρόκειται για κείμενα του Στήβενσον είτε του Εντγκαρ Αλαν Πόε, του Λόβκραφτ, του Κόνραντ, του Τσάτγουιν, του Τσάντλερ, του Ελρόι ή του Φίλιπ Κ. Ντικ, η αλήθεια μέσα σε αυτά δεν είναι ακριβώς αυτή που νομίζουμε, αυτή που υποτίθεται πως πρέπει να είναι.

Αυτό που ενώνει τα τρία είδη, σαν ένας κοινός γενετικός κώδικας, είναι η μεταχείριση της αλήθειας σαν καύσιμο για την επεξεργασία της φαντασίας, σαν βάση στην υπηρεσία της αφηγηματικής εποποιίας, η οποία περιλαμβάνει συνήθως ικανές γνώσεις θεωρητικές και πρακτικές του χώρου όπου εγγράφεται η αφήγηση, είτε πρόκειται για θέματα εγκληματικής παθολογίας είτε για θέματα εθνολογίας, χημικών ψυχοτρόπων, τεχνητής νοημοσύνης ή για το ψάρεμα πέστροφας στη Μοντάνα. Ωστόσο, αυτό το «λογοτεχνικό ταξίδι» δεν προσφέρει κανένα ενδιαφέρον αν δεν καταφέρει να ανταποκριθεί στην τελεολογία της αστυνομικής μυθοπλασίας, δηλαδή αν δε χρησιμοποιήσει το πραγματικό για να φτάσει πιο μακριά, να αποκαλύψει, ένα μέρος έστω, της φύσης της πραγματικότητας που μας περιβάλλει σα σκοτεινό, απύθμενο πηγάδι, είτε πρόκειται για ζούγκλα του Ανω Μεκόγκ είτε για τα υψίπεδα των Ναβάχος στην Αριζόνα, τους υπονόμους της Νέας Υόρκης ή του Λος Αντζελες, ή το ατέλειωτο ψύχος του Διαστήματος.

Αυτό που συνδέει τον Κόνραντ με τον Ντικ και τον Τσάντλερ είναι αυτό που υπάρχει στην καρδιά του ερέβους, δηλαδή εκείνο το κομμάτι καθαρής αλήθειας που υπερβαίνει την ύπαρξή μας, την εικόνα του θανάτου μας και της μεταμόρφωσής μας μέσω της μυθοπλασίας.

Ο στόχος της μυθοπλασίας δεν είναι να ξαναγράψει τον κόσμο με ηθικές, πολιτικές ή αισθητικές αρχές, ώστε να του προσδώσει κάποια «κοινωνική διάσταση», «ιδεολογικό περιεχόμενο», «τοπικό χρώμα», «ψυχολογική αλήθεια», διότι έτσι θα προσέθετε κόλπα και ψέματα λίγο ή πολύ ηθελημένα που θα θάμπωναν αυτή την πραγματικότητα. Κάθε μύθος πρέπει να μας κάνει να διασχίζουμε τη μεμβράνη του πραγματικού, μέχρι να φτάσουμε σε οριακές καταστάσεις, όπου η ζωή και ο θάνατος, το πάνω και το κάτω, το καλό και το κακό, το όνειρο και η πραγματικότητα συνυπάρχουν και συγχέονται, όπως έλεγε ο Αντρέ Μπρετόν.

Το αστυνομικό μυθιστόρημα έχει σχέση με το χάος, τα όνειρα, τον έρωτα, το χρήμα, την εξουσία, το έγκλημα και τη διαφθορά. Δε μας καθησυχάζει κατασκευάζοντας στα μέτρα μας έναν κόσμο όπου το έγκλημα δε «φτουράει», όπου η όμορφη κληρονόμος είναι αθώα σαν περιστέρα ακόμη και αν έχει στόμα σκρόφας, όπου ο μπάτσος είναι συμπαθητικός, ακόμη και αν είναι πρώην τροτσκιστής. Είναι εκεί για να μας πει πως το έγκλημα είναι η βάση της λειτουργίας της ανθρώπινης κοινωνίας, πως το έγκλημα είναι το απαραίτητο τσιμέντο που συνδέει τις ανθρώπινες κοινωνίες και πως με αυτό πρέπει να αναμετρηθούμε στις μεγαλουπόλεις, την εποχή της βιομηχανικής κοινωνίας».

2 comments:

Кроткая said...

Πρώτον. Κάτω τα χερια από το Ντοστογιέφσκυ! Ο Ντοστογιέφσκυ είναι δικός μου, εντάξει;

Δεύτερον -προς τους αναγνώστες. Η Ντόλυ δεν υπάρχει πια. Την σκότωσα, την τεμάχισα, έκοψα τα μισά κομμάτια και τα άλλα μισά τα έστειλα στον Αθήναιο και το Λαμπρούκο για να τους σοκάρω. Μετά θα βρω τρόπο να τους ενοχοποιήσω κιόλας.

raffinata said...

ρε συ (συγνώμη για το "συ") δεν μπορώ να το διαβάσω με τέτοιο καύσωνα.... θα επανέλθω μόλις δροσίσει :Ρ