Ο δολοφόνος συλλαμβάνεται
Τα στοιχεία που δημοσιεύονται στην εφημερίδα, κινητοποιούν τους αστυνομικούς, που δεν αργούν να φτάσουν στο δολοφόνο. Εξακριβώνεται πως το υπ’ αριθμόν V 421496 πιστόλι του φόνου προερχόταν από στρατόπεδο του 25ου Συντάγματος Πεζικού, το οποίο έδρευε στην Αγ. Παρασκευή Αττικής. Αστυνομικοί ερευνούν τα μητρώα του στρατοπέδου και παίρνουν καταθέσεις από αξιωματικούς και στρατιώτες. Όμως, σύμφωνα με το αρχείο του διαχειριστή του στρατοπέδου, το επίμαχο όπλο βρίσκεται στην θέση του! Επικρατεί σύγχυση. Η Σήμανση εξετάζει όλα τα πιστόλια «Σμιθ & Γουένσον» που είναι «χρεωμένα» στο οπλοστάσιο του Συντάγματος. Από την αναλυτική εξέταση προκύπτει ότι στο οπλοστάσιο υπάρχει πράγματι ένα πιστόλι με τον αριθμό 421496, στο οποίο ωστόσο είναι χαραγμένο το ελληνικό γράμμα «Λ», αντί του λατινικού «V». Μετά από αυτή την εξέλιξη, ο έφεδρος διαχειριστής ομολογεί πως πράγματι το όπλο είχε κλαπεί πριν από μερικούς μήνες και προκειμένου να αποφύγει τις συνέπειες είχε αγοράσει ο ίδιος ένα ίδιου τύπου όπλο και είχε χαράξει πάνω τον σειριακό αριθμό. Μόνο, που ο οπλουργός είχε κάνει ένα μικρό λάθος, το οποίο, εντούτοις, αποτελεί την πρώτη χειροπιαστή απόδειξη της αστυνομίας, που προσανατολίζεται πλέον προς την κατεύθυνση ο δράστης να είναι στρατιώτης ή να έχει απολυθεί πρόσφατα.
Αμέσως μετά, άνδρες της αστυνομίας και της χωροφυλακής παίρνουν καταθέσεις από ανθρώπους, που συχνάζουν στο Μικρό Καβούρι ως ηδονοβλεψίες. Αυτοί αναφέρονται σ’ έναν άγνωστο άντρα, που το τελευταίο διάστημα περιφερόταν στο Μικρό Καβούρι, είχε πρόσφατα απολυθεί από το 25ο Σύνταγμα Πεζικού και είχε τα χαρακτηριστικά τα οποία είχε περιγράψει η Ελ. Κικίδου, με πιο σημαντικό την ουλή στο λαιμό. Από τη διασταύρωση των στοιχείων, καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι ο πιθανότερος ύποπτος είναι ο 25χρονος Μιχάλης Στεφανόπουλος, ο οποίος είχε απολυθεί προ διμήνου από το εν λόγω στρατόπεδο και έχει μια έντονη ουλή στο δεξιό μέρος του λαιμού, από παλιότερη οδοντιατρική εγχείριση.
Τα ξημερώματα της 2ας Σεπτεμβρίου, τον συλλαμβάνουν στο σπίτι του επί της οδού Νικηφόρου Oυρανού 17, στην περιοχή του λόφου Λυκαβηττού. Τον μεταφέρουν στα γραφεία της Ανώτερης Διοίκησης Χωροφυλακής και τον ανακρίνουν. Αυτός αρχικά αρνείται κάθε σχέση με το έγκλημα, αλλά τα στοιχεία σε βάρος του είναι συντριπτικά, με κυριότερο πως στο όπλο του εγκλήματος βρέθηκαν τα αποτυπώματά του.
Μετά από αυτή την εξέλιξη, ο Μιχ. Στεφανόπουλος «σπάει» και ομολογεί πως είναι ο δράστης της δολοφονικής επίθεσης εναντίον του Θ. Δέγλερη και της Σ. Μαναβάκη. Καθώς η ανάκριση και οι έρευνες για το παρελθόν του προχωρούν, γίνεται γνωστό πως ήταν ηδονοβλεψίας και, από την εποχή της εφηβείας του, συνήθιζε να παρακολουθεί τις ερωτικές διαχύσεις ζευγαριών σε άλση και πάρκα της Αθήνας, αλλά και σε παραθαλάσσιες τοποθεσίες. Υποστηρίζει πως πυροβόλησε το θύμα, επειδή προηγουμένως είχε διαπληκτιστεί μαζί του, αλλά η Σ. Μαναβάκη τον διαψεύδει. Αργότερα, θα πει: «Δεν είμαι εγώ ο δολοφόνος. Δεν σκότωσα εγώ. Δεν θυμούμαι να σκότωσα. Το πάθος μου με τύφλωσε! Τους έβλεπα εκεί μπροστά μου να αγκαλιάζονται, να φιλιούνται. Να την έχει κοντά του, πολύ κοντά του, κι εγώ έβλεπα, μόνο έβλεπα μέσα στο σκοτάδι κι άκουγα τους ψιθύρους και τους στεναγμούς τους. Εγώ ήμουν καταδικασμένος μόνο να βλέπω… Δεν θυμάμαι πως μου ήρθε να τραβήξω το πιστόλι και να ρίξω μια, δυο, τρεις, τέσσερις φορές… Κι έπειτα ήρθε η χαρά. Η κοπέλα ήταν πια ανυπεράσπιστη. Έτρεξα να την βοηθήσω. Ήταν δικιά μου πια η κοπέλα. Ο φίλος της ξεψυχούσε. Ήταν δικιά μου, με καταλαβαίνεις; Και την αγκάλιασα και την έσυρα κοντά μου κι εκείνη νόμισε ότι ήθελα να την βοηθήσω κι εγώ την έπιανα… Έπειτα, όλα τελείωσαν. Είχα συνέλθει… Με κυρίευσε ο φόβος της τιμωρίας κι έφυγα…» (δηλώσεις του Μιχ. Στεφανόπουλου προς τους δημοσιογράφους στις 2/9/1953).
των εφημερίδων «Ελευθερία» και «Εμπρός», στις 3 Σεπτεμβρίου 1953
Ο συνήγορος υπεράσπισης του Μιχ. Στεφανόπουλου, Δημήτρης Πουλέας θα πει σχεδόν μισό αιώνα αργότερα πως «το έγκλημά του είχε παρορμητικό χαρακτήρα, χωρίς κίνητρο και σκοπό, ενώ ο δράστης είχε και μειωμένο καταλογισμό» και θα συμπληρώσει ότι ο Μιχ. Στεφανόπουλος «δεν μπόρεσε να εξηγήσει γιατί έκανε το έγκλημά του και πιστεύω πως ήταν ειλικρινής». Επιχειρώντας να σκιαγραφήσει την προσωπικότητά του θα τονίσει πως «ήταν ένα ήσυχο παιδί, από μια λαϊκή οικογένεια. Μάλιστα, στη γειτονιά του προεβάλετο ως υπόδειγμα προς μίμηση. (…) Είχε μια πάθηση που ονομάζεται υποσπονδείαση, δηλαδή είχε την ουρήθρα στην ρίζα του πέους, που τον ανάγκαζε να ουρεί καθιστός. Αυτό του είχε δημιουργήσει σημαντικά προβλήματα, κυρίως σεξουαλικού χαρακτήρα. Πιστεύω ότι δεν είχε σεξουαλική ζωή κι αυτό του είχε προκαλέσει αρνητική προδιάθεση. Από καιρού, είχε αναπτύξει έντονη τη ροπή του ηδονοβλεψία, αλλά ταυτόχρονα είχε και μια δειλία, κάτι που δικαιολογούσε και την οπλοφορία: είχε το όπλο μαζί του για να αισθάνεται πιο δυνατός, σε περίπτωση που κάποιος του επιτίθετο. (…) Κατά την κρίση μου ήταν ένα ψυχοπαθητικό άτομο, αλλά όχι ψυχασθενής. (…) Οι γονείς του και τα αδέλφια του αισθάνθηκαν μεγάλη έκπληξη και οδύνη από το γεγονός, όπως είναι φυσικό. Μέχρι τη στιγμή της σύλληψης, δεν είχαν ιδέα για το τι συνέβαινε».
του Θ. Δέγλερη, στο Μικρό Καβούρι, για την αναπαράσταση
Λίγες μέρες μετά, θα εξακριβωθεί πως ο Μιχ. Στεφανόπουλος ήταν ο δράστης και της επίθεσης εναντίον του ζεύγους Μιχ. Καλλίτση και Ελ. Καπρή. Σύμφωνα με σχετικό δημοσίευμα της εφημερίδας «Η Βραδυνή» (5/9/1953) «ο Στεφανόπουλος υποβληθείς εις εξονυχιστικήν ανάκρισιν ηναγκάσθη να ομολογήση χθες την πρωίαν την δολοφονικήν απόπειραν κατά του ζεύγους Καλλίτση – Καπρή, αφηγήθη (…) ότι όταν αντελήφθη στην Βουλιαγμένη ξαπλωμένους τον Καλίτση και την φίλην του, έρριψε την χειροβομβίδα του. Τα θύματά του ετρομοκρατήθησαν τότε και το έβαλαν στα πόδια. Τότε αυτός ήρπασε τα παπούτσια του Καλίτση και έφυγε. (…) Απεκαλύφθη ότι η χειροβομβίς, την οποία εχρησιμοποίησεν ο κακούργος (…) πρόκειται περί ενός αυτοσχεδίου εκρηκτικού μηχανισμού, τον οποίον επενόησε ο ίδιος. Εννοείται ότι αυτή η ψευτοχειροβομβίς ήτο αρκετά επικίνδυνος (…). Αυτό άλλως τε απεδείχθη από την απόπειραν (…) κατά την οποία ετραυματίσθη σοβαρώτατα η Ελισάβετ Καπρή, που εδέχθη τρία θραύσματα εις τον λαιμόν και επάλαισεν ένα μήνα με τον θάνατον. (…)»
Αντιθέτως, δεν προκύπτει κανένα ενοχοποιητικό στοιχείο σχετικά με το θάνατο του Φ. Προβελέγγιου.
Η δίκη και η εκτέλεση
Η δίκη για την υπόθεση πραγματοποιήθηκε στο Κακουργιοδικείο Αθηνών από τις 2-10 Μαρτίου 1954. Το κατηγορητήριο περιλάμβανε τις κατηγορίες της ανθρωποκτονίας από πρόθεση του Θ. Δέγλερη, της απόπειρας ανθρωποκτονίας εναντίον της Σ. Μαναβάκη, του Μιχ. Καλλίτση και της Ελ. Καπρή, όπως επίσης την παράνομη οπλοφορία, οπλοχρησία και κατοχή όπλου και κλοπές.
Ανάμεσα στους μάρτυρες κατηγορίας ήταν τα τρία θύματα του Μιχ. Στεφανόπουλου, τα οποία εξιστόρησαν τις συνθήκες υπό τις οποίες δέχτηκαν την επίθεση του δράστη. Ακόμα, κατέθεσαν μάρτυρες, που βρίσκονταν το βράδυ της 5ης Αυγούστου στο Μικρό Καβούρι και αντιλήφθηκαν το περιστατικό, καταστηματάρχες της περιοχής, οι οποίοι μάλιστα διαμαρτυρήθηκαν διότι μετά τα γεγονότα και τη δημοσιότητα που πήραν, είχαν χάσει όλη την πελατεία τους, καθώς και οι αξιωματικοί που είχαν αναλάβει τις έρευνες και την προανάκριση. Σύμφωνα με τους τελευταίους, ο δράστης ήταν «κοινός εγκληματίας» και η πράξη του «ιδιαζόντως ειδεχθής», ενώ «αντικειμενικός του σκοπός ήτο η διάπραξις ληστειών δια φόνων» (εφημερίδα «Η Καθημερινή» - 5/3/1954).
της ακροαματικής διαδικασίας ενώπιον του Κακουργιοδικείου Αθήνας
Ο ψυχίατρος Κων. Μιταυτσής, που είχε εξετάσει τον Μιχ. Στεφανόπουλο επί ένα 20ήμερο κατέθεσε ότι ο κατηγορούμενος «1) δεν κατείχετο κατά την διάπραξιν των αδικημάτων υπό νοσηράς διαταράξεως των πνευματικών λειτουργιών (…), 2) δεν κατείχετο υπό διαταράξεως της συνειδήσεως ώστε να στερήται της ικανότητος όπως αντιληφθή το άδικον των πράξεών του και να ενεργήση συμφώνως περί την αντίληψίν του (…), 3) αποδεικνύεται (…) άτομον ψυχασθενικόν με σεξουαλικήν μειονεξίαν» αλλά «είναι πλήρως καταλογιστός και έχει ακεραίαν ποινικήν ευθύνην».
Ο ίδιος ο Μιχ. Στεφανόπουλος, απολογούμενος, μίλησε για τα παιδικά του χρόνια και «τους άθλιους όρους υπό τους οποίους έζη η οικογένειά του», ενώ τόνισε πως «οι γονείς του δεν του έδωσαν την κατάλληλον αγωγήν, διότι διαρκώς διεπληκτίζοντο και κατόπιν εχώρισαν». Κατόπιν, περιέγραψε τις επιθέσεις του, ενώ για τη δολοφονία του Θ. Δέγλερη δήλωσε πως, εκείνη τη στιγμή, αγνοούσε ότι ήταν νεκρός. Ο εισαγγελέας, στην αγόρευσή του, ζήτησε την επιβολή της θανατικής ποινής για ανθρωποκτονία εκ προθέσεως, χωρίς κανέναν ελαφρυντικό, ενώ οι συνήγοροι υπεράσπισης υποστήριξαν πως ο πελάτης τους «είναι ψυχασθενικόν άτομον» και επομένως «δεν έχει συναίσθησιν του μεγέθους της πράξεώς του», ενώ παράλληλα ότι η στάση των θυμάτων «ήτο τοιαύτη, ώστε να διεγείρη τον κατηγορούμενον».
Οι ένορκοι δεν πείσθηκαν από τα επιχειρήματα της υπεράσπισης και λίγο μετά τα μεσάνυχτα της 10ης Μαρτίου ανακοίνωσαν την απόφασή τους, σύμφωνα με την οποία ο Μιχ. Στεφανόπουλος ήταν ένοχος, άνευ οποιουδήποτε ελαφρυντικού. Λίγα λεπτά αργότερα, το δικαστήριο ανακοίνωσε την απόφασή του, με την οποία καταδίκαζε τον κατηγορούμενο στην ποινή του θανάτου για τη δολοφονία του Θ. Δέγλερη και επέβαλε κάθειρξη 24 ετών για την απόπειρα ανθρωποκτονίας κατά των Σ. Μαναβάκη, Μιχ. Καλλίτση και Ελ. Καπρή, τις κλοπές και την οπλοκατοχή και οπλοχρησία.
«Κατά τη διάρκεια της δίκης υπήρχε παροξυσμός ενδιαφέροντος από την κοινή γνώμη» αφηγείται ο ένας εκ των συνηγόρων Δ. Πουλέας «κάτι που είχε προκαλέσει ο Τύπος, όσο και το γεγονός πως ο δράστης είχε αργήσει να συλληφθεί κι αυτό είχε δημιουργήσει ένα τεράστιο ενδιαφέρον στον κόσμο. Πιστεύω πως, σε μεγάλο βαθμό, η απόφαση των ενόρκων και του δικαστηρίου επηρεάστηκε από αυτό το κλίμα. Ο Στεφανόπουλος αντιμετώπισε ψύχραιμα την απόφαση, ενώ ήταν ψύχραιμος και εν όψει της εκτέλεσής του. Θυμάμαι πως μου είχε στείλει κάποια στιγμή και μία χειροτεχνία που είχε φτιάξει στη φυλακή».
Ακριβώς πέντε μήνες αργότερα, στις 10 Αυγούστου «εις την θέσιν ‘’Τούρλος’’ της Αιγίνης εξετελέσθησαν ο Μιχαήλ Στεφανόπουλος, γνωστός ως ‘’Δράκος της Βουλιαγμένης’’ και δύο έτεροι θανατοποινίται, οι οποίοι είχον καταδικασθή δι εγκλήματα του κοινού ποινικού δικαίου. (…) Κατά την ώραν της εκτελέσεως ο Στεφανόπουλος εζήτησε να του δέσουν τους οφθαλμούς και να του λύσουν τα χείρας (…)» (εφημερίδα «Η Απογευματινή» - 10/8/1954).
Σαράντα έξι χρόνια αργότερα, η Ελ. Κικίδου, η οποία συνέβαλε αποφασιστικά στη διαλεύκανση της υπόθεσης, θα σχολιάσει σχετικά: «Η εκτέλεση του Στεφανόπουλου με στεναχώρησε, με πείραξε ψυχολογικά. (…) Δεν θέλω να γίνομαι πρόξενος κακού σε κανένα. Ας το βρει από κάπου αλλού, όχι από μένα». Πράγματι, από το 1960 έπαψε να ασχολείται με υποθέσεις εγκλημάτων, γιατί όπως έχει πει η ίδια «αυτή είναι δουλειά της αστυνομίας και μόνο, άλλωστε πολλές φορές απειλήθηκε και η ίδια μου η ζωή».
ΠΗΓΕΣ
-Αρχείο εφημερίδων «Η ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ», «ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ», «Η ΒΡΑΔΥΝΗ», «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ», «Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ» και «ΕΜΠΡΟΣ»
-περιοδικό «ΑΛΦΑ» - Δεκέμβριος 1967
-περιοδικό «Επιθεώρησις Χωροφυλακής», τεύχος 4, Απρίλιος 1970
-περιοδικό «ΚΛΙΚ» - τεύχος 5, Αύγουστος 1987
-περιοδικό «AFTER CRIME» - τεύχος 1, Φεβρουάριος 2000
-Συνεντεύξεις του γράφοντα με τους Δ. Πουλέα (στις 31/10/2000) και Ελ. Κικίδου (στις 3/11/2000)
5 comments:
Ευτυχώς που δεν μας καθυστερείς τις συνέχειες ! Να ξέρεις , περιμένουμε με αγωνία !!
Μετά τη ψηφοφορία (12/12/2006) από την πλειοψηφία στη Βουλή της Αλβανίας, η χώρα δεν έχει πλέον την Ακαδημία των Επιστημόνων! Αργά τη νύχτα, ψηφίστηκε το νομοσχέδιο της κυβέρνησης(;) «Για την Ακαδημία των Επιστημόνων» με 75 ψήφους υπέρ(!) 2 κατά και 3 παρών! Σύσσωμη η αντιπολίτευση, απείχε της διαδικασίας, διαμαρτυρόμενη για το πρωτοφανές αυτό γεγονός. Η επιστημονική, ακαδημαϊκή και εκπαιδευτική κοινότητα, εκλιπαρούσανε, θεωρώντας την πράξη αυτή ως έγκλημα κατά της επιστήμης, η κυβέρνηση ωστόσο επέμενε και κατάφερε τελικά, να κλειδώσει τις πόρτες τον Ερευνητικών Ινστιτούτων που ήταν υπό την Ακαδημία!
Οι βουλευτές του PBDNJ(Κόμμα για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα) Spiro Peçi και Leonard Solis ήταν αυτοί που ψήφισαν κατά του νομοσχεδίου και οι Leonard Demi(PD), Ymer Tola(PDK, Niko Nerenxi(PAA) δήλωσαν παρών!
Παρακαλώ πολύ, αν το γεγονός αυτό σε αγγίζει κι εσένα, είτε κάνε μια αναφορά είτε ανέβασε την είδηση στο δικό σου μπλογκ! Έτσι, η φωνή της διαμαρτυρίας, θα δυναμώσει και θα κάνει τους παχύδερμους και αυταρχικούς κυβερνώντες στην Αλβανία, να σκεφτούνε καλά, πριν οριστικοποιήσουν την ειδεχθή τους πράξη!
Φιλικά Ν.Ago
Έξοχο ποστ,συγχαρητήρια
Καταπληκτικό,όπως πάντα. Με εμπεριστατωμένη αναφορά των στοιχείων και των πηγών.
Αλλά και η ιστορία, καταπληκτική. Κάτι είχα ακούσει για ένα μέντιουμ, αλλά δεν γνώριζα λεπτομέρειες. Να που το ΄50 η Ελληνική Αστυνομία ακολουθούσε άλλου είδους δρόμους...
Συγκλονιστικό το όλο σκηνικό της αποκάλυψης....
Post a Comment